Συντάκτης: Σπύρος Μανουσέλης / efsyn.gr
Ολοι ανεξαιρέτως οι άνθρωποι είναι απόγονοι μεταναστών, κάποιοι μάλιστα υποχρεώνονται να γίνουν (ξανά) μετανάστες
Για τη σύγχρονη ανθρωπολογική και παλαιοντολογική σκέψη θεωρείται αδιαμφισβήτητο ότι ο σύγχρονος άνθρωπος εμφανίστηκε στην Αφρική πριν από περίπου 200 χιλιάδες χρόνια και από εκεί ξεκίνησε, με αλλεπάλληλα μεταναστευτικά ρεύματα, για τον εποικισμό του πλανήτη «μας». Οι σημερινοί ανθρωπινοί πληθυσμοί προέκυψαν από τη διαρκή μεταναστευτική ροή σωμάτων, γονιδίων, τεχνολογίας και πολιτισμών, τα οποία διαμόρφωσαν από κοινού τη σημερινή εικόνα του είδους μας.
Μέχρι πρόσφατα η ανθρώπινη μετανάστευση αποτελούσε αποκλειστικό αντικείμενο μελέτης της ανθρωπογεωγραφίας. Ομως, τα τελευταία χρόνια σε αυτό το πεδίο έρευνας πρωταγωνιστούν νέοι επιστημονικοί κλάδοι -παλαιογενετική, εξελικτική και μοριακή ανθρωπολογία- οι οποίοι, στην προσπάθειά τους να επιλύσουν κάποια παλαιοντολογικά αινίγματα, κατέληξαν σε μια απρόσμενη εκδοχή της εξελικτικής προϊστορίας του ανθρώπινου είδους.
Το δυσεπίλυτο πρόβλημα των σημερινών μεταναστευτικών ή προσφυγικών ροών σε συνδυασμό με την εξοργιστική απουσία μιας διεθνούς πολιτικής βούλησης για την επίλυσή του, καθιστούν σήμερα επιτακτική την ανάγκη να κατανοήσουμε επιστημονικά την προϊστορία αλλά και τις συνέπειες μιας διαχρονικής και πανανθρώπινης βιοπολιτικής συμπεριφοράς, της μετανάστευσης.
Η τυπικά νεωτερική και καθησυχαστική αντίληψη περί σταδιακής, συσσωρευτικής και γραμμικής προόδου από ένα απλούστερο ζωικό είδος ανθρώπου προς ένα πολυπλοκότερο δεν επιβεβαιώνεται από τα δεδομένα ούτε της παλαιοντολογίας ούτε της σύγχρονης μοριακής ανθρωπολογίας.
Αντίθετα, οι πιο πρόσφατες σχετικές έρευνες μας αποκαλύπτουν ότι το νεωτερικό παραμύθι της μεγάλης εξελικτικής εποποιίας που οδήγησε στον σύγχρονο άνθρωπο (Homo sapiens) θα πρέπει μάλλον να γραφτεί εξ αρχής.
Χάρη στις νέες τεχνικές της μοριακής γενετικής οι παλαιοανθρωπολόγοι μπορούν να «διαβάζουν» στο απολιθωμένο DNA που εξάγουν από απολιθωμένα οστά τη γενετική αποτύπωση των μεγάλων εξελικτικών μεταβολών που οδήγησαν τελικά στην επικράτηση του σύγχρονου ανθρώπου (Homo sapiens), μοναδικού εκπροσώπου σήμερα του ανθρώπινου γένους.
Στο «αρχαίο DNA» και στα «απολιθωμένα γονίδια» που αυτό περιέχει οι ειδικοί αναζητούν πλέον τη βιολογική ταυτότητα -αλλά και την εξελικτική συγγένεια- των σημερινών ανθρώπων με ορισμένα, προ πολλού εξαφανισμένα, είδη ανθρώπου.
Αυτή η εξελικτική περιπέτεια, ενώ ξεκίνησε πριν από 200 χιλιάδες χρόνια με την μετανάστευση σε μικρές ομάδες αρχαϊκών Homo από την Αφρική, κατέληξε στον υπερπληθυσμό των 7,4 δισεκατομμυρίων ανθρώπων που κατοικούν σήμερα στον πλανήτη «μας».
Ανθρωποι που μιλάνε περίπου 7.000 διαφορετικές γλώσσες και διαφέρουν μεταξύ τους ως προς το χρώμα του δέρματος, των μαλλιών ή των ματιών.
Εντούτοις, παρά τις εξωτερικές σωματικές διαφορές, όλοι οι σύγχρονοι άνθρωποι μοιράζονται από κοινού τα ίδια γονίδια και τις ίδιες βασικές νοητικές και συναισθηματικές ικανότητες.
Και, όπως θα δούμε, αυτό το καλά επιβεβαιωμένο γεγονός δεν είναι καθόλου τυχαίο.
Η έξοδος από την Αφρική: τα πρώτα ανθρώπινα μεταναστευτικά κύματα
Γιατί άραγε οι ανθρωπολόγοι, οι παλαιοντολόγοι και οι εξελικτικοί βιολόγοι δεν βρίσκουν καμία κοινά αποδεκτή ταξινόμηση για τον διαχωρισμό των ανθρώπινων πληθυσμών σε «φυλές», μολονότι την αναζητούν διακαώς;
Επειδή η κοινή εξελικτική καταγωγή όσο και η γενετική ομοιογένεια του ανθρώπινου είδους καθιστά εντελώς αυθαίρετη και ιδεοληπτική κάθε διάκριση σε ανθρώπινες «φυλές».
Πώς, ωστόσο, εξηγείται αυτή η εντυπωσιακή βιολογική ομοιογένεια του ανθρώπινου είδους;
Για να απαντήσουμε σε αυτό το ερώτημα χρειάζεται, μεταξύ άλλων, να κατανοήσουμε τον αποφασιστικό ρόλο της μετανάστευσης στην εξελικτική ιστορία μας.
Ολα τα παλαιοντολογικά δεδομένα επιβεβαιώνουν ότι, πριν από 100 και 50 χιλιάδες χρόνια, μικρές ομάδες 25-30 αρχαϊκών ανθρώπων του είδους μας εγκατέλειψαν την Αφρική για να εξαπλωθούν σε ολόκληρο τον πλανήτη.
Οταν μια ομάδα κυνηγών-τροφοσυλλεκτών μεγάλωνε αρκετά ώστε το ενδιαίτημα όπου ζούσε δεν επαρκούσε πλέον για να τους συντηρεί όλους, τότε κάποια μέλη αποσχιζόταν από την ομάδα και μετακινούνταν αναζητώντας τροφή.
Το να διανύει με τα πόδια τεράστιες αποστάσεις αποτελεί κυριολεκτικά ζωτική ανάγκη για κάθε κυνηγό-τροφοσυλλέκτη και έτσι η σταδιακή γεωγραφική επέκταση αυτών των μικρών ομάδων οδήγησε στη διασπορά των αρχαϊκών ανθρώπων σε ολόκληρη την Αφρικανική Ηπειρο και κατόπιν στην παράτολμη έξοδο από αυτήν.
Πρόκειται για το περίφημο μοντέλο της εξόδου από την Αφρική (Out of Africa) που υποστηρίζει ότι όλα τα είδη πρώιμων ανθρώπων εμφανίστηκαν στην Αφρική και σε διαφορετικές περιόδους μετανάστευσαν εκτός Αφρικής.
Ειδικότερα οι πρώτοι ανατομικά σύγχρονοι άνθρωποι διαφοροποιήθηκαν και ζούσαν στην Αφρική πριν από 200 χιλιάδες χρόνια.
Από εκεί, σε διάστημα 100 έως 45 χιλιάδων χρόνων πριν, αυτοί οι αρχαϊκοί Homo sapiens άρχισαν να μεταναστεύουν -με μια ατέλειωτη σειρά από μεταναστευτικά κύματα- προς τη Μέση Ανατολή, καλύπτοντας τεράστιες αποστάσεις με τα πόδια.
Στην περιοχή που σήμερα αποκαλούμε Παλαιστίνη, Ισραήλ και Συρία είχαν μεταναστεύσει προ πολλού και πάντοτε από την Αφρική διαφορετικά είδη ανθρωπίνων (κυρίως Νεάντερταλ) με τους οποίους οι νεοφερμένοι Sapiens όχι μόνο συμβίωσαν επί μακρόν αλλά και διασταυρώθηκαν.
Από εκεί οι ανήσυχοι προγονοί μας ξεκίνησαν το μακρύ και εντελώς αβέβαιο μεταναστευτικό ταξίδι τους για τον σταδιακό εποικισμό του πλανήτη.
Οι Ευρωπαίοι: ένα σύμφυρμα γονιδιακών μεταναστεύσεων
Το πιο μεγάλο άλμα για την εξέλιξη του είδους μας ήταν το ότι ο Homo erectus, αν και εμφανίστηκε στην Αφρική, ήταν ο πρώτος ανθρωπίνης που μετανάστευσε σε άλλη ήπειρο: έφτασε πρώτα στην Εγγύς Ανατολή και κατόπιν στη Μέση και Απω Ανατολή. Και όπως δείχνουν τα πολυάριθμα παλαιοντολογικά ευρήματα και οι συγκριτικές μελέτες απολιθωμένου DNA, αυτός ο πρώτος διηπειρωτικός μετανάστης εμφανίστηκε πριν από περίπου 200 χιλιάδες χρόνια στην ανατολική Αφρική.
Το επόμενο μεγάλο εξελικτικό βήμα προς τον σύγχρονο άνθρωπο πραγματοποιείται στην Ευρώπη πριν από περίπου 50 - 40 χιλιάδες χρόνια.
Πριν από αυτήν τη χρονολογία υπήρχαν πάνω στη Γη τρεις τουλάχιστον διαφορετικές ανθρώπινες γενεαλογικές γραμμές (πρόκειται πιθανότατα για υποείδη), όπως μας αποκαλύπτουν τα διαθέσιμα μέχρι σήμερα απολιθωμένα ευρήματα: ο άνθρωπος του Νεάντερταλ κυρίως στην Ευρώπη και τη δυτική Ασία, ένας ανατομικά σύγχρονος άνθρωπος που ζούσε στην Αφρική, και ένα τρίτο ανθρώπινο υποείδος γνωστό ως Ντενίσοβα, που ζούσε στην παγωμένη ανατολική Ασία και γι' αυτό μετακινήθηκε σταδιακά προς την Ευρώπη.
Χάρτης που απεικονίζει γεωγραφικά όλες τις ανακαλύψεις της μοριακής ανθρωπολογίας και της παλαιοντολογίας. Κάθε αριθμός αντιστοιχεί σε χιλιάδες χρόνια πριν από σήμερα. | |
Θεωρείται βέβαιο ότι και τα τρία αυτά ανθρώπινα υποείδη εμφανίστηκαν και εξελίχθηκαν αρχικά στην Αφρική, από εκεί μετανάστευσαν διαδοχικά προς την Εγγύς Ανατολή, και από εκεί προς την Ασία και την Ευρώπη (βλ. σχετικό χάρτη).
Το αξιοπερίεργο με αυτό το εξελικτικό σενάριο είναι ότι οι ανατομικά σύγχρονοι άνθρωποι, όταν μετανάστευσαν από την Αφρική στην Ευρώπη, δεν ήλθαν καθόλου σε επαφή ούτε βέβαια και αναμίχθηκαν ποτέ σεξουαλικά με τα πιο «πρωτόγονα» είδη ανθρώπων -π.χ. με τους Νεαντερτάλιους ή τους Ντενίσοβα- που είχαν μεταναστεύσει πολύ νωρίτερα και ζούσαν ήδη στην Ευρώπη!
Σύμφωνα με αυτό το εξελικτικό παραμύθι περί γενετικής «καθαρότητας» των σύγχρονων ανθρώπων, τα προγενέστερα δήθεν «κατώτερα» ανθρώπινα είδη εξαφανίστηκαν ως διά μαγείας από προσώπου γης, για να παραχωρήσουν τη θέση τους στο πιο σύγχρονο είδος ανθρώπου, τον Homo sapiens. Ο οποίος τελικά επικράτησε χάρη στις μοναδικές ικανότητες του εγκεφάλου του για έναρθρο λόγο, συμβολική σκέψη και αφαιρετική σκέψη.
Δυστυχώς αυτή η προκατάληψη της δυτικής σκέψης υπέρ της σταδιακής και γραμμικής προόδου όλων των βιολογικών εξελικτικών διεργασιών που οδήγησαν ένα απλούστερο ζωικό είδος στο να εξελιχθεί σε ένα πολυπλοκότερο δεν επιβεβαιώνεται από τα ευρήματα ούτε της παλαιοντολογίας ούτε της μοριακής ανθρωπολογίας.
Τα πολύτιμα επιστημονικά συμπεράσματα που μπορεί να εξαγάγει κανείς από τη μελέτη του αρχαίου DNA και των «απολιθωμένων γονιδίων» είναι ιδιαιτέρως ανατρεπτικά. Πάντως, το πιο επίκαιρο και αποφασιστικό μάθημα είναι πολιτικό: στις μέρες μας η ανάγκη για κοινωνική ανοχή και αλληλεγγύη απέναντι στους «ξένους» και τους «βαρβάρους» μετανάστες δεν είναι μόνο μία ανθρωπιστική-ηθική αναγκαιότητα αλλά και μια βαθύτερη βιολογική επιταγή.
Πώς λοιπόν νομιμοποιείται η τραγική εθελοτυφλία των σημερινών Ευρωπαίων απέναντι στα πιεστικά μεταναστευτικά ρεύματα προς τις πλούσιες χώρες τους; Πόσο ορθολογικά ή έστω αποτελεσματικά μπορούν να αποδειχτούν τα ξενοφοβικά εθνικιστικά αντανακλαστικά που επιδεικνύουν με τον βάρβαρο έλεγχο και το κλείσιμο των εθνικών συνόρων τους;
Σε μια παγκοσμιοποιημένη πολυπολιτισμική ανθρωπότητα, όπου η μετακίνηση προϊόντων, χρημάτων, ιδεών και φυσικά ανθρώπων αποτελεί τη νέα ιστορική αναγκαιότητα αλλά και την προϋπόθεση για την επιβίωσή μας ως είδους, τέτοιες εγωιστικές εθνοκεντρικές και ξενοφοβικές αντιδράσεις θα αποδειχτούν, αργά ή γρήγορα, όχι μόνο εντελώς μάταιες αλλά και καταστροφικές για τις ίδιες τις χώρες προορισμού. Γεγονός που ωστόσο καθόλου δεν αναιρεί την ανείπωτη οδύνη που προκαλούν στους σημερινούς μετανάστες αυτές οι κοντόφθαλμες πολιτικές.
Δύο ενδιαφέροντα βιβλία για τη διαχρονικότητα της μετανάστευσης
Ιαν Γκόλντιν, Τζέφρυ Κάμερον, Μίρα Μπαλαρατζάν
«Αυτοί δεν είναι σαν εμάς» -
Το παρελθόν και το μέλλον της μετανάστευσης
μτφρ.: Ελένη Αστερίου
επιμ.: Θ. Σαμαρτζής, Ν. Κουμπιάς
Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης
σελ. 669
Πολλοί πιστεύουν ότι η μετανάστευση είναι ένα φαινόμενο κυρίως των ημερών μας. Κι όμως, είναι παλιό όσο η ίδια η ανθρωπότητα.
Η μετανάστευση είναι συνυφασμένη με την ανάδυση του πολιτισμού. Οι ανθρώπινες κοινωνίες, ωστόσο, αντιδρούσαν συνήθως αρνητικά στους νεοφερμένους. Ισως ήταν ο αρχέγονος φόβος για τον «βάρβαρο», τον απολίτιστο κι απειλητικό ξένο.
Σήμερα ζούμε μια εποχή ταχύτατων αλλαγών: την εποχή της παγκοσμιοποίησης. Και η μετανάστευση παραμένει ένας από τους βασικούς μηχανισμούς της ανθρώπινης προόδου.
Αλλά ο φόβος για τον «βάρβαρο» ζει και σήμερα, το ίδιο όπως παλιά.
Στον δημόσιο διάλογο συνήθως παραβλέπεται πως κάθε επιστημονική ανάλυση του φαινομένου της μετανάστευσης καταλήγει -σχεδόν μονότονα- στο ίδιο συμπέρασμα.
Η διεθνής μετανάστευση ωφελεί τους πάντες: τις χώρες προέλευσης, τις χώρες προορισμού, τους ίδιους τους μετανάστες. Οι εκκλήσεις για περιορισμό της μοιάζει να προδίδουν άγνοια συνδυασμένη με φόβο.
Υπάρχει όμως και κάτι άλλο: στις πλούσιες χώρες οι πολίτες κάνουν λίγα παιδιά και ζουν πολλά χρόνια. Ο πληθυσμός τους γερνάει και σύντομα θα αρχίσει να συρρικνώνεται.
Την ίδια στιγμή, η δεξαμενή των μεταναστών, που ακόμα φαντάζει ανεξάντλητη, θα αρχίσει γρήγορα να στερεύει. Η έλευση μεταναστών σήμερα αντιμετωπίζεται ως πρόβλημα. Αύριο θα γίνει το ζητούμενο.
Και, ως συνήθως, κερδισμένες θα βγουν οι κοινωνίες που ήξεραν να προνοούν.
Peter Bellwood
«Πρώτοι μετανάστες»-
Η αρχαία μετανάστευση
σε παγκόσμια προοπτική
μτφρ. Νίκος Κούρκουλος
εκδ. του Εικοστού Πρώτου
σελ. 456
Στο βιβλίο αυτό, ο Bellwood, καθηγητής αρχαιολογίας στο Αυστραλιανό Εθνικό Πανεπιστήμιο (ANU), ξεδιπλώνει μια εκπληκτική εξιστόρηση των ανθρώπινων μεταναστεύσεων σε παγκόσμια κλίμακα, ξεκινώντας από τις απαρχές του είδους και την έξοδο από την Αφρική και φτάνοντας ώς τα τέλη της προϊστορίας, λίγο πριν την αυγή της γραπτής ιστορίας.
Το συμπέρασμα είναι ότι η τάση για μετανάστευση μπορεί να θεωρηθεί ειδοποιό γνώρισμα του ανθρώπου – κι ασφαλώς ότι οι αρχαίες μεταναστεύσεις, χιλιετίες πριν και σε αλλεπάλληλα στρώματα, δημιούργησαν τον κόσμο μέσα στον οποίο κινιόμαστε ακόμα σήμερα.
Ομως, τι μπορούμε να γνωρίζουμε για εποχές τόσο απώτερες, που μοιάζουν για πάντα χαμένες στην αχλή του χρόνου;
Είναι αλήθεια ότι ορισμένες λεπτομέρειες δεν θα τις μάθουμε ποτέ κι ότι κάποια άλλα ζητήματα θα παραμείνουν πάντα απλές πιθανότητες και εικασίες, από την άλλη όμως είναι εντυπωσιακό το πόσα πολλά πράγματα μπορεί να ανακαλύψει εκεί μια πολυπρισματική ματιά που συνδυάζει διαφορετικούς επιστημονικούς κλάδους – ιδιαίτερα, στην περίπτωσή μας, την αρχαιολογία, τη γενετική και τη συγκριτική γλωσσολογία.
Η αφήγηση του Bellwood καλύπτει ασφαλώς και τις περιπτώσεις εκείνες (π.χ. των Ινουίτ ή των Απάτσι στην Αμερική και των Πολυνήσιων στην Ωκεανία) όπου πραγματοποιήθηκαν μεταναστεύσεις κατά την ιστορική περίοδο, όμως σε πλήρως προϊστορικές συνθήκες, απομονωμένες από τις εξελίξεις στα άλλα μέρη του κόσμου.
Αποδημία και επιμειξία, δύο επιτυχημένες εξελικτικές στρατηγικές
Με αφορμή το δυσεπίλυτο πρόβλημα των σημερινών μεταναστευτικών ή προσφυγικών ροών και την εξοργιστική απουσία μιας διεθνούς πολιτικής βούλησης για την επίλυσή του, αποτελεί επιτακτική γνωσιακή και πολιτική ανάγκη να κατανοήσουμε επιστημονικά την προϊστορία αλλά και τις εξελικτικές συνέπειες αυτής της διαχρονικής και πανανθρώπινης βιοπολιτικής συμπεριφοράς.
Σήμερα θα εξετάσουμε πώς οι πρόσφατες ανακαλύψεις της μοριακής ανθρωπολογίας και της παλαιογενετικής κατάφεραν να επιβεβαιώσουν τον αποφασιστικό ρόλο των μεταναστεύσεων στη βιολογική μας εξέλιξη, επιτρέποντάς μας έτσι, για πρώτη φορά στην ανθρώπινη ιστορία, να κατανοήσουμε όχι απλώς το γιατί αλλά και το πώς ο ανατομικά σύγχρονος άνθρωπος επιβίωσε επί 200 χιλιάδες χρόνια και αναδείχτηκε σε διαχειριστή της ζωής στον πλανήτη «μας».
Τα πολύτιμα επιστημονικά συμπεράσματα που μπορούν να εξαχθούν από τη μελέτη του αρχαίου DNA και των «απολιθωμένων γονιδίων» είναι ιδιαιτέρως ανατρεπτικά και επιβεβαιώνουν την αιρετική πολιτικά άποψη ότι μόνο η ποικιλομορφία και η ισότιμη συνύπαρξη των ανθρώπων μπορούν να εγγυηθούν την επιβίωσή μας.
Στο «αρχαίο DNA» και στα απολιθωμένα γονίδια που αυτό περιέχει ο Σουηδός Σβάντε Πάαμπο (Svante Pääbo) αναζητά την τελευταία δεκαετία όχι μόνο την ιδιαίτερη βιολογική ταυτότητα, αλλά και τη στενή εξελικτική συγγένεια των σύγχρονων ανθρώπων με ορισμένα αρχαϊκά και προ πολλού εξαφανισμένα δείγματα ανθρώπων
Σβάντε Πάαμπο |
Στη μακρόχρονη και ανεπαρκώς τεκμηριωμένη από παλαιοντολογικά ευρήματα ιστορία της εξέλιξης ορισμένων πρωτευόντων προς τον σύγχρονο άνθρωπο υπάρχουν δύο τουλάχιστον «στιγμές» κατά τη διάρκεια των οποίων πραγματοποιήθηκαν τα πιο αποφασιστικά αλλά και τα πιο αινιγματικά εξελικτικά συμβάντα.
Το πρώτο έλαβε χώρα στην Αφρική πριν από περίπου 2 εκατομμύρια χρόνια και σηματοδοτεί το πέρασμα από τους ανθρωποειδείς πιθήκους στους πρωτανθρώπους (Ηomo erectus).
Αυτό το καθοριστικό βήμα περιλαμβάνει μια σειρά από εξελικτικές καινοτομίες: η οριστική εξελικτική επιλογή της δίποδης βάδισης και της απελευθέρωσης των άνω άκρων, με όλες τις ανατομικές μεταβολές που αυτά συνεπάγονται, θα συνδυαστούν με τη σταδιακή αύξηση της μάζας του εγκεφάλου των προγόνων μας, γεγονός που επέφερε εξίσου ριζικές αλλαγές στην ανατομία, τη φυσιολογία, αλλά κυρίως στη συμπεριφορά τους.
Το δεύτερο αποφασιστικό βήμα συνέβη πριν από περίπου 200 χιλιάδες χρόνια και οδήγησε στην εμφάνιση, πάντα στην Αφρική, των πρώτων ανατομικά σύγχρονων ανθρώπων (Ηomo sapiens).
Πάντως, η δυναμική είσοδος του σύγχρονου ανθρώπου στην ιστορία του πλανήτη θα αρχίσει μόνο μετά την έξοδό του από την Αφρική. Ερωτήματα σχετικά με το «πότε» και «πού» ακριβώς άρχισε ο εποικισμός του πλανήτη από το είδος μας αποτελούν, εδώ και πολλά χρόνια, αντικείμενο σφοδρότατων διενέξεων μεταξύ των ειδικών.
Η καταγωγή μας είναι μονοτοπική ή πολυτοπική;
Δύο είναι τα επικρατέστερα αλλά εναλλακτικά μοντέλα ερμηνείας των μέχρι σήμερα παλαιοντολογικών ευρημάτων σχετικά με την εξέλιξη του σύγχρονου ανθρώπου: το «μονοτοπικό» και το «πολυτοπικό» μοντέλο.
Σύμφωνα με το μονοτοπικό μοντέλο προέλευσης, τα μεταγενέστερα είδη ή, ακριβέστερα, υποείδη του ανθρώπινου γένους ήταν το προϊόν της σταδιακής εξέλιξης του Homo erectus (Ανθρωπος ο ορθός), ο οποίος εμφανίστηκε στην Αφρική πριν από περίπου 200 χιλιάδες χρόνια και κατόπιν εξαπλώθηκε στον υπόλοιπο κόσμο (αρχικά στον Παλαιό και πολύ αργότερα στον Νέο Κόσμο).
Η δαιδαλώδης εξελικτική πορεία από τον πρώιμο Homo erectus μέχρι τον Homo sapiens έχει, τόσο χρονολογικά όσο και τοπικά, ως κοιτίδα τη βορειοανατολική Αφρική και όλα τα διαδοχικά βήματά της περιγράφονται ικανοποιητικά από το μονοτοπικό μοντέλο, το οποίο έγινε ευρύτερα γνωστό ως «έξοδος από την Αφρική» (Out of Africa).
Εναλλακτικά, το πολυτοπικό μοντέλο υποστηρίζει ότι μετά τη μετανάστευση εκτός Αφρικής του Homo erectus και κατόπιν του Ανθρώπου του Νεάντερταλ (Homo Neanderthalensis), ο σύγχρονος άνθρωπος προήλθε από μια ανεξάρτητη και κατά τόπους εξέλιξη, η οποία ήταν παράλληλη και ασύμπτωτη με την εξέλιξη των πρώτων εποικιστών της Ευρασίας.
Συνεπώς, οι σύγχρονοι άνθρωποι δεν εμφανίστηκαν αποκλειστικά στην Αφρική, αλλά εξελίχθηκαν σε ολόκληρο τον Παλαιό Κόσμο, και από εκεί μετανάστευσαν σε κάθε γωνιά της Γης.
Για να εξηγήσουν μάλιστα την τεράστια εξελικτική επιτυχία και την επικράτηση του ανατομικά και νοητικά σύγχρονου ανθρώπου σε σχέση με τα άλλα πιο «πρωτόγονα είδη» ανθρώπων που υπήρχαν τότε, οι ειδικοί έχουν προτείνει δύο εντελώς διαφορετικά εξηγητικά σχήματα.
Σύμφωνα με τη θεωρία της «Αφρικανικής Αντικατάστασης», οι ανατομικά σύγχρονοι άνθρωποι εξελίχθηκαν αρχικά στην Αφρική πριν από 200 χιλιάδες χρόνια.
Από εκεί διασκορπίστηκαν και σταδιακά εποίκισαν ολόκληρο τον Παλαιό Κόσμο.
Σε αυτήν την πορεία του ο σύγχρονος άνθρωπος αντικατέστησε και ενδεχομένως εξολόθρευσε τους προϋπάρχοντες λιγότερο εξελιγμένους ανθρώπινους πληθυσμούς, όπως για παράδειγμα τους Νεαντερτάλιους.
Ενα εναλλακτικό, λιγότερο επιθετικό και «αιμοδιψές» μοντέλο εξήγησης είναι αυτό της «Αφομοίωσης» (Αssimilation model).
Η εξέλιξη και η τελική επικράτηση του σύγχρονου ανθρώπου δεν έγινε ως εκ θαύματος σε εξελικτικό κενό, χωρίς επιμειξίες με τους προϋπάρχοντες «πρωτόγονους» πληθυσμούς.
Οι πρώτοι Homo sapiens που εμφανίστηκαν στην Αφρική σύντομα εξαπλώθηκαν εκτός Αφρικής, αφομοιώνοντας εν μέρει τους πιο αρχαϊκούς και λιγότερο δυναμικούς ανθρώπινους πληθυσμούς τους οποίους συναντούσαν στο μακρύ μεταναστευτικό τους ταξίδι.
Ποια ήταν, όμως, η ακριβής χρονολογία και η γεωγραφική διαδρομή που ακολούθησαν οι ανατομικά σύγχρονοι άνθρωποι τόσο κατά την έξοδό τους από τη Μαύρη Ηπειρο όσο και κατά την εξάπλωσή τους στη Μέση Ανατολή, την Ασία, την Ευρώπη, την Αυστραλία, και πολύ αργότερα την Αμερική;
Επειδή τα διαθέσιμα παλαιοντολογικά ευρήματα είναι αποσπασματικά και δεν επαρκούν για να απαντήσουν σε τέτοια βασανιστικά ερωτήματα, οι ειδικοί αναγκάστηκαν να καταφύγουν στις τεχνικές της μοριακής ανθρωπολογίας.
Χάρη στις νέες τεχνικές της μοριακής γενετικής, οι παλαιοανθρωπολόγοι μπορούν πλέον να «διαβάζουν» στο απολιθωμένο DNA τη γενετική αποτύπωση των μεγάλων εξελικτικών αλλαγών που οδήγησαν τελικά στην επικράτηση του Homo sapiens, μοναδικού εκπροσώπου σήμερα του ανθρώπινου είδους (βλ: «Οταν οι πρώτοι Αφρικανοί sapiens συνάντησαν τους Ευρωπαίους ανθρώπους... των σπηλαίων»).
Το αυγό του Κολόμβου ή ο εποικισμός του Νέου Κόσμου
Βέβαια, κάποιοι αναγνώστες ίσως να αντιτείνουν:
«Ωραίο και επιστημονικά τεκμηριωμένο το εξελικτικό παραμύθι περί διαχρονικής και πλανητικής μετανάστευσης που μας διηγηθήκατε. Ομως, πώς είναι δυνατόν, εκείνη την εποχή, οι αγεωγράφητοι και τεχνολογικά πρωτόγονοι πρόγονοί μας να έφτασαν στην Αυστραλία ή, ακόμη χειρότερα, στην Αμερική; Μήπως πήραν αεροπλάνο;».
Μολονότι φαινομενικά εύλογες, αυτές οι αντιρρήσεις παραβλέπουν κάποιες πολύ σημαντικές χρονολογικές, γεωλογικές και κλιματολογικές λεπτομέρειες.
Σύμφωνα με τη χρονολόγηση των διαθέσιμων μέχρι στιγμής αρχαιολογικών και παλαιοντολογικών ευρημάτων, στη Βόρεια Αμερική κατοικούσαν πληθυσμοί σύγχρονων ανατομικά ανθρώπων (Homo sapiens) ήδη πριν από 15 χιλιάδες χρόνια.
Πώς όμως έφτασαν έως εκεί και σε πόσα διαφορετικά μεταναστευτικά κύματα;
Βασιζόμενοι σε παλαιογενετικά και αρχαιολογικά δεδομένα, οι περισσότεροι ειδικοί τοποθετούν χρονολογικά τη μετανάστευση και τον εποικισμό της Αμερικής από ευρασιατικούς πληθυσμούς sapiens μεταξύ 25 έως 15 χιλιάδες χρόνια πριν.
Συνεπώς, η μετανάστευση έλαβε χώρα κατά το τέλος της Εποχής των Παγετώνων, όταν λόγω των πάγων η στάθμη της θάλασσας είχε κατέβει σημαντικά σχηματίζοντας μια λωρίδα ξηράς που ένωνε το βορειότερο τμήμα της Ευρασίας με την Αλάσκα, στο σημείο που σήμερα είναι ο Βερίγγειος πορθμός.
Ολες οι ενδείξεις -γεωλογικές, κλιματολογικές και, πρόσφατα, ανθρωπολογικές- συγκλίνουν στο ότι αυτό ήταν το αινιγματικό μονοπάτι που ακολούθησαν τα μεταναστευτικά κύματα των Ευρασιατών αναζητώντας τροφή και θερμότερες κλιματικές συνθήκες.
Το γεγονός αυτό επιβεβαιώθηκε πρόσφατα και από τις συγκριτικές μελέτες της μοριακής ανθρωπολογίας, οι οποίες αντιπαρέβαλαν το γονιδίωμα των σημερινών ιθαγενών (Ινδιάνων) με το γονιδίωμα των σημερινών Ευρασιατών.
Οσο για τους Αβορίγινες και τους Παπούα της Νέας Γουινέας, αυτοί έφτασαν πιθανά μέσω θαλάσσης πολύ νωρίτερα, 50-60 χιλιάδες χρόνια πριν, και κατάγονται από μεταναστευτικούς πληθυσμούς sapiens που άφησαν τη Μέση Ανατολή για να διασκορπιστούν προοδευτικά στην Ευρασία.
Είναι λοιπόν σαφές ότι για να εξηγηθεί η πολυμορφία των σύγχρονων ανθρώπων δεν χρειάζεται να καταφύγει κανείς σε μια ως εκ θαύματος ξεχωριστή τοπική «δημιουργία».
Και φυσικά, για τα μεγαλειώδη υπερατλαντικά ταξίδια που πραγματοποίησε το είδος μας κατά τους προϊστορικούς χρόνους δεν χρειάζονταν... αεροπλάνα.
Το μόνο που χρειαζόταν ήταν να υπάρχει αρκετός χρόνος -και 200 χιλιάδες χρόνια είναι πραγματικά πολύς χρόνος- καθώς επίσης και μια ζωτική ανάγκη για μετανάστευση.
Οταν οι πρώτοι Αφρικανοί sapiens συνάντησαν τους Ευρωπαίους ανθρώπους... των σπηλαίων
Από τις απαρχές της εξελικτικής περιπέτειας του ανθρώπου στην Αφρική, κοιτίδα κάθε ανθρωποειδούς και ανθρώπινου οργανισμού, οι άνθρωποι δεν έπαψαν να μετακινούνται και να αποδημούν.
Μεταξύ των αλλεπάλληλων μεταναστευτικών ροών προς τη Μέση Ανατολή και την Ευρασία ξεχωρίζουν τρία αποφασιστικά μεταναστευτικά επεισόδια: η διασπορά των πρώτων μεγάλων δίποδων περιπατητών Homo erectus, πολύ αργότερα των Νεαντερτάλιων (Homo Neanderthalensis) και, τέλος, των ανατομικά σύγχρονων ανθρώπων.
Οταν οι τελευταίοι εγκατέλειψαν την Αφρική και έφτασαν στον Παλαιό Κόσμο, πριν από 50 έως 45 χιλιάδες χρόνια περίπου, συνάντησαν τους στενούς συγγενείς τους: πέντε τουλάχιστον διαφορετικά ανθρώπινα υποείδη, τα οποία είχαν από καιρό μεταναστεύσει εκεί.
Αραγε, ποιες ήταν οι σχέσεις μεταξύ αυτών των δήθεν ιθαγενών πρωτανθρώπων;
Η συνύπαρξή τους ήταν αμοιβαία αδιάφορη, εχθρική ή μήπως είχαν αναπτυχθεί μεταξύ τους πολύ πιο «στενές» σχέσεις;
Τα τελευταία χρόνια, μια σειρά από παλαιογενετικές μελέτες αποκάλυψαν ότι, επί χιλιάδες χρόνια, οι σχέσεις μεταξύ των πρώτων και των ύστερων βιολογικών μεταναστών όχι μόνο δεν ήταν εχθρικές αλλά, απεναντίας, τόσο οι Νεάντερταλ όσο και οι Ντενίσοβα συνυπήρξαν γεωγραφικά με τους νεοφερμένους sapiens και συχνά διασταυρώθηκαν αναπαραγωγικά!
Οι Νεαντερτάλιοι εμφανίστηκαν πριν από περίπου 500 χιλιάδες χρόνια στην Αφρική αλλά εξαφανίστηκαν μυστηριωδώς από προσώπου γης πριν από 30 χιλιάδες χρόνια, μολονότι διέθεταν κάποια νοημοσύνη, τεχνολογία, έθαβαν τους νεκρούς τους και μπορούσαν να επικοινωνούν μέσω κάποιας υποτυπώδους μορφής λόγου.
Εξαιτίας αυτών των χαρακτηριστικών τους, μέχρι πρόσφατα θεωρήθηκαν ως οι κατεξοχήν πρόγονοι του σύγχρονου ανθρώπου.
Αυτό το βολικό εξελικτικό μύθευμα διαψεύστηκε πριν από λίγα χρόνια χάρη στις πρωτοποριακές έρευνες του κορυφαίου Σουηδού παλαιογενετιστή Σβάντε Πάαμπο (Svante Pääbo), διευθυντή του Εργαστηρίου Εξελικτικής Ανθρωπολογίας στο Ινστιτούτο Μαξ Πλανκ στη Λειψία. Το 2009 ο Σουηδός ερευνητής παρουσίασε την πρώτη αποκρυπτογράφηση του γονιδιώματος ενός Νεάντερταλ που έζησε πριν από 38 χιλιάδες χρόνια.
Από την αλληλούχιση αυτού του αρχαίου DNA προέκυψαν μερικά πολύ ενδιαφέροντα συμπεράσματα.
Πρώτα απ’ όλα επιβεβαιώνεται ότι οι Νεαντερτάλιοι διέθεταν ένα σαφώς διαφορετικό, αν και πολύ συγγενές με εμάς, γονιδίωμα.
Δεύτερον, η διαφοροποίηση των δύο αρχαϊκών υποειδών του ανθρώπου συνέβη στην Αφρική πριν από περίπου 500.000 χρόνια και έκτοτε εξελίχτηκαν παράλληλα.
Το επόμενο βήμα του Σβάντε Πάαμπο και της ομάδας του ήταν να συγκρίνουν το αρχαίο DNA που εξήγαγαν από απολιθωμένα οστά Νεάντερταλ που βρέθηκαν στην Κροατία, την Ισπανία και τον Καύκασο, αλλά και από τον πρώτο Νεάντερταλ της Γερμανίας.
Χρησιμοποιώντας εκλεπτυσμένες μεθόδους γενετικής μηχανικής, κατάφεραν να ανασυγκροτήσουν σε ένα μεγάλο ποσοστό το γονιδίωμα των Νεάντερταλ και το συνέκριναν με το γονιδίωμα πέντε ανατομικά σύγχρονων ανθρώπων, ενός Γάλλου, ενός Κινέζου, ενός κατοίκου της Παπούα Νέας Γουινέας, ενός κατοίκου της Νότιας Αφρικής και ενός κατοίκου της Δυτικής Αφρικής.
Ετσι, προς μεγάλη τους έκπληξη, διαπίστωσαν ότι το DNA των τριών πρώτων -του Ευρωπαίου, του Ασιάτη και του Μεγανησίου- είναι σε ποσοστό από 1% έως 4% ταυτόσημο με το «απολιθωμένο» DNA των Νεάντερταλ.
Αντίθετα, στο DNA των δύο σύγχρονων Αφρικανών δεν βρέθηκε κανένα ίχνος από το γενετικό υλικό των Νεάντερταλ!
Γεγονός που επιβεβαιώνει ότι οι Sapiens και οι Neanderthal, οι οποίοι μετανάστευσαν από την Αφρική σε εντελώς διαφορετικές χρονικές περιόδους, συναντήθηκαν και διασταυρώθηκαν πολύ αργότερα στην Ευρώπη και τη Δυτική Ασία.
Ετσι μόνο εξηγείται το φαινομενικά αξιοπερίεργο γεγονός ότι τα γενετικά «ίχνη» των Νεάντερταλ βρέθηκαν μόνο στο DNA των Ευρωπαίων και των Ασιατών και όχι στο DNA των Αφρικανών.
No comments:
Post a Comment