Tuesday, June 21, 2016

To Brexit or not to Brexit? Parts 1 & 2


Άρθρο της Εφημεριδας των Συντακτών / Συντάκτης: Κώστας Δουζίνας, βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ και καθηγητής Πολιτικής και Νομικής Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου
Το καλοκαίρι του 1974 συνάντησα έναν ηλικιωμένο τυπικό Άγγλο σ’ ένα πάρκο του Λονδίνου. Φορούσε σακάκι τουίντ, είχε στριφτό μουστάκι και ένα άγριο μπουλντόγκ που μου φάνηκε ότι του έμοιαζε. 
● «Από πού είσαι;» με ρωτάει. «Από την Ελλάδα».
● «Είναι στην Ασία η Ελλάδα;». «Όχι» του λέω «όπως και η Αγγλία είναι στην Ευρώπη».
● «Η Αγγλία δεν είναι στην Ευρώπη», μου απαντάει εκνευρισμένος.
● «Ξέρω ότι υπάρχουν πέντε ήπειροι» του λέω λίγο μασημένα καθώς ο σκύλος είχε αρχίσει να δείχνει τα δόντια του. 
«Αν δεν είναι στην Ευρώπη πού είναι;».
● «Η Αγγλία είναι μόνη της», μου απαντάει με περηφάνια.


Ο κύριος με το μπουλντόγκ αντιπροσωπεύει την κυρίαρχη άποψη των οπαδών του Brexit.

«Ομίχλη στη Μάγχη, αποκόπηκε η Ευρώπη» έλεγαν οι μετεωρολόγοι στις ειδήσεις του ΒΒC μέχρι το 1950.

Ηταν η περίοδος που επίσημη αγγλική ιδεολογία ήταν η «εξαίσια απομόνωση».

Οπως έγραφαν τα σχολικά βιβλία, στις αρχές του 20ού αιώνα 90% της υφηλίου διοικούνταν άμεσα ή έμμεσα από τη Βρετανία.

Αλλά στις αρχές των ‘60 η αυτοκρατορία είχε διαλυθεί. Ενας λαός που υπερηφανευόταν ότι «σ’ όλα τα μέρη του κόσμου υπάρχει ένα μικρό κομμάτι της Αγγλίας» έπρεπε να συμβιβαστεί με δύο δύσκολες ιδέες.

Η Βρετανία έχει γίνει μια δύναμη δεύτερης κατηγορίας που εξαρτάται οικονομικά, πολιτικά και στρατιωτικά από μια πρώην αποικία της. Δεύτερον, αναγκάστηκε να γίνει μέλος ενός κλαμπ την κυρίαρχη δύναμη του οποίου είχε νικήσει σε δύο Παγκόσμιους Πολέμους.

To Brexit


Υπάρχει ακόμη στη βρετανική ψυχή ένα βαθύ μετα-αποικιοκρατικό τραύμα.

Πρώτα, η οδυνηρή και ταχεία αποχώρηση από την Ασία και την Αφρική, μετά η αίσθηση πολιτισμικής ανωτερότητας απέναντι στους Αμερικανούς που τους διαδέχθηκαν ως ηγέτες του Δυτικού κόσμου (Tζορτζ Μπέρναρντ Σο: Οι Αγγλοι και οι Αμερικάνοι είναι δύο λαοί που χωρίζονται από μία κοινή γλώσσα).

Τέλος η επανειλημμένη απόρριψη από τον Ντε Γκολ της βρετανικής αίτησης εισόδου στην ΕΟΚ και η αίσθηση ότι το κλαμπ δεν τους ανήκει δημιούργησαν την απομονωτική, μελαγχολική βρετανική ψυχοσύνθεση.

Την συνάντησα σε εργατικές παμπ γεμάτες ιστορίες για την βρετανική ανδρεία, συντροφικότητα και στωικότητα στους πολέμους.

Ηταν απόψεις ενός πληγωμένου και περήφανου λαού. Είχε πολεμήσει γενναία, είχε θυσιαστεί στους πολέμους και τώρα έβλεπε την άρχουσα τάξη, που δεν έχει αλλάξει για τρεις αιώνες, να τον οδηγεί στην παρακμή, όπως οι στρατηγοί είχαν οδηγήσει τη νεολαία της Βρετανίας στον σίγουρο θάνατο στις πεδιάδες της Γαλλίας και του Βελγίου στον Α' Π.Π.

Συνάντησα την ίδια υπόγεια θλίψη στην πρώτη πανκ σκηνή.

Εξέφραζε με χαρακτηριστικό τρόπο μια συνολική αποξένωση από την κοινωνία και τις αξίες της. Το παλιό τέλειωνε και το καινούργιο δεν φαινόταν ακόμη στον ορίζοντα.

Οταν η τρομακτική φιγούρα της κ. Θάτσερ έφερε το καινούργιο, αυτό αντί να πατήσει στην παράδοση της αλληλεγγύης που είχαν δημιουργήσει οι πόλεμοι και η δημιουργία του πρώτου καθολικού συστήματος υγείας και δωρεάν παιδείας, πριμοδότησε αντίθετα τον κτητικό ατομισμό και τον καταναλωτισμό.

Η παλιά ηγεμονία είχε καταρρεύσει και η νέα δεν μπορούσε να ξαναφτιάξει την ιδέα της κοινότητας.

Πάνω σ’ αυτή την αποτυχία ρίζωσε η ιδέα του Brexit. Ηταν λάθος απάντηση σε λάθος ερώτημα.



Σήμερα ο Μπόρις Τζόνσον, πρώην δήμαρχος του Λονδίνου, και ο Νάιτζελ Φαράτζ, αρχηγός του ακροδεξιού Κόμματος Ανεξαρτησίας, που ηγούνται της εκστρατείας του Brexit απαντούν στην παρακμή με ξενοφοβικές κορόνες και έναν υπόρρητο ρατσισμό, που σ’ αντίθεση με άλλες μεγάλες ευρωπαϊκές πρωτεύουσες δεν μπορεί να εκφραστεί ανοικτά στο Λονδίνο.

Πρέπει να «επαναπατρίσουμε» το Σύνταγμά μας και να αποκτήσουμε την κυριαρχία, μας λένε.

Αυτό που δεν λέγεται όμως είναι ότι στο άγραφο Βρετανικό Σύνταγμα η κυριαρχία ανήκει στη Βουλή, όχι στον λαό.

Η Βουλή μπορεί με απλή πλειοψηφία να καταργήσει όλους τους θεσμούς, ακόμη και τη Βασιλεία.

Η κυριαρχία αν γυρίσει δεν θα πάει στον λαό αλλά στην πολιτική «κάστα».

Η ιδέα της ηρωικής εξόδου, του «Βρεξωτισμού» όπως λέγεται, εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1994 από τον Νόρμαν Λαμόντ, έναν αποτυχημένο υπουργό Οικονομικών.

Ο Λαμόντ, που μας τον εμφάνισαν ως φίλο της Ελλάδας πέρσι το καλοκαίρι, ήταν εκείνος που για να κρατήσει τη Βρετανία στον μηχανισμό σταθερών συναλλαγματικών ισορροπιών ανέβασε τη «Μαύρη Τετάρτη», μέσα σε 24 ώρες, τα επιτόκια σε 25%, οδηγώντας εκατομμύρια Βρετανούς να χάσουν τα σπίτια ή τις επιχειρήσεις τους και τη Βρετανία έξω από τον μηχανισμό.

Η ιδέα του ήταν μια απελπισμένη προσπάθεια να κατηγορήσει για την παρακμή της Βρετανίας και την προσωπική του αποτυχία τους Ευρωπαίους.

Ετσι ξεκινάνε συχνά οι μεγάλες καταστροφές.

Not to Brexit


Τι λένε αυτοί που υποστηρίζουν την παραμονή στην Ε.Ε.;

Με τον πανικό των τελευταίων ημερών, όταν πέρασε μπροστά το Brexit στις δημοσκοπήσεις, η κυβέρνηση άρχισε να απειλεί τους πολίτες με λιμό, σεισμό και καταποντισμό.

Θα κοπούν δισεκατομμύρια από τις κοινωνικές δαπάνες (που τις έχει πετσοκόψει ήδη ο Κάμερον), θα κοπούν οι συντάξεις, οι συνταξιούχοι δεν θα έχουν πια πάσο για δωρεάν συγκοινωνίες, το σύστημα υγείας θα καταστραφεί, θα βρέχει όλο τον χρόνο.

Πολλά από τα οικονομικά επιχειρήματα είναι σωστά.

Τουλάχιστον την πρώτη περίοδο η στερλίνα θα υποτιμηθεί, θα χαθούν θέσεις εργασίας (η βρετανική ανεργία είναι μόνο 5%), το ΑΕΠ θα μειωθεί, το Σίτυ του Λονδίνου -το δυνατότερο χρηματοπιστωτικό κέντρο στην Ευρώπη- θα υποχωρήσει.

Οι ευρωπαϊστές έχουν κερδίσει το οικονομικό επιχείρημα. Αλλά ο κόσμος δεν ψηφίζει μόνο με οικονομικά κριτήρια.

Στη μεταδημοκρατική εποχή, η πολιτική απωθεί τους πολίτες.

Τα κεντροαριστερά και κεντροδεξιά κόμματα έχουν συγκλίνει στο ακραίο νεοφιλελεύθερο κέντρο και η δυνατότητα επιλογής εναλλακτικών πολιτικών χάθηκε.

Η παντοδυναμία των τεχνοκρατών στηρίζεται στον ισχυρισμό ότι τα πολύπλοκα κοινωνικά προβλήματα έχουν επιστημονικά σωστές λύσεις που δεν πρέπει να μπαίνουν σε δημόσια διαβούλευση ή, χειρότερα, σε εκλογές.

Ο λαός δεν καταλαβαίνει, κάνει λάθη. Καλύτερα λοιπόν να μην ανακατεύεται.



Αυτή η υποτιμητική αντιμετώπιση βρίσκεται σε μεγάλο βαθμό πίσω από την άνοδο του Brexit. Το σύνολο της πολιτικής «κάστας», όλα τα κόμματα της Βουλής, οι βιομήχανοι, οι τραπεζίτες, τα συνδικάτα και η Εκκλησία είναι υπέρ της παραμονής.

Αλλά όπως έδειξαν τα δημοψηφίσματα για το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα στη Γαλλία, την Ολλανδία, την Πολωνία, την Ιρλανδία, όταν δίνεται στους πολίτες η σπάνια ευκαιρία να πουν στους από πάνω «ώς εδώ και μη παρέκει» την αδράχνουν με τα δύο χέρια.

Λοιπόν to Brexit or not to Brexit; Τα βασικά επιχειρήματα και των δύο πλευρών είναι τόσο προβληματικά που πολλοί δεν θα ψηφίσουν –αναμένεται μεγάλη αποχή.

Αλλά όπως πρόβλεψα εδώ και μήνες το Brexit θα κερδίσει.

Αυτό θα γίνει για τους λόγους που είπαμε αλλά και για πολλούς άλλους που δεν αφορούν την Ευρώπη: γιατί δεν μαζεύει συχνά ο δήμος τα σκουπίδια, γιατί ο βουλευτής της περιφέρειας δεν τους δέχεται, γιατί η Αγγλία δεν πάει καλά στο Euro ή γιατί οι Γάλλοι αστυνομικοί τού συμπεριφέρθηκαν αγενώς στις διακοπές.

Για τους καταφρονεμένους πολίτες, αν το «κατεστημένο» και η πολιτική τάξη υποστηρίζουν ομαδικά μια άποψη κάτι βρομάει.

Αλλά τι θα σημάνει ένα Brexit για την Ε.Ε. και την Ελλάδα;




Μέρος Δεύτερο: Ευρώπη και Ελλάδα

Λέγαμε το Σάββατο ότι τα ρατσιστικά επιχειρήματα περί μεταναστών και «επαναπατρισμού» της κυριαρχίας των οπαδών του Brexit, αλλά και η τρομοκράτηση των πολιτών από τις ελίτ του «Remain» δείχνουν μια δραματική έκπτωση του πολιτικού λόγου και την αποτυχία της ιδέας της Ευρώπης.

Οπως είπε ο Γκάντι όταν ρωτήθηκε τι γνώμη έχει για τον ευρωπαϊκό πολιτισμό, «θα είχε υπάρξει μια καλή ιδέα».

Ολες οι μεγάλες ιδέες της νεωτερικότητας, όπως το έθνος, ο σοσιαλισμός, τα ανθρώπινα δικαιώματα, ξεκίνησαν από διανοούμενους αλλά υιοθετήθηκαν από τους λαούς και ενέπνευσαν μεγάλους αγώνες.

Με την Ευρωπαϊκή Ενωση αυτό δεν έχει συμβεί. Οι ελίτ εξευρωπαΐστηκαν αλλά οι λαοί δεν ακολούθησαν.

Οι βιομήχανοι, οι τραπεζίτες, οι εργατοπατέρες και τα στελέχη των think tanks έχουν τις Βρυξέλλες σαν δεύτερη πατρίδα.

Αλλά για τον Νίκο από τον Δρυό και τον Nick από τη Δρέσδη, για τη Μαρία από την Κοκκινιά και τη Mary από το Κόβεντρι, οι Βρυξέλλες είναι το κέντρο μιας απόμακρης και τρομακτικής εξουσίας.

Οταν η Ευρώπη ήταν ακόμη σοσιαλδημοκρατική στις δεκαετίες των ’70 και ’80 έβαζε κάποιους φραγμούς στις καπιταλιστικές ακρότητες της Θάτσερ και αργότερα του Μπλερ.

Αλλά από τη δεκαετία του ’90 και μετά, οι ευρωπαϊκές και εθνικές ελίτ υιοθέτησαν τις πιο ακραίες νεοφιλελεύθερες συνταγές.



Οταν οι θέσεις εργασίας έφυγαν μαζικά από την Ευρώπη δημιουργώντας συστημική και μόνιμη ανεργία, όταν οι μισθοί και οι προστασία της εργασίας καταστράφηκαν στο όνομα της ανταγωνιστικότητας, η λαϊκή δυσαρέσκεια στράφηκε δικαιολογημένα εναντίον της Ε.Ε.

Η πλειοψηφία των ψηφοφόρων του Brexit είναι ακριβώς τα θύματα της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης: οι άνεργοι, τα εκατομμύρια που εργάζονται με κατώτατο μισθό ή με συμβάσεις «μηδέν ωρών» (δουλεύουν για όσες ώρες τους έχει ανάγκη ο εργοδότης) και πληρώνουν ώς και το 60% του πενιχρού εισοδήματός τους στο νοίκι.

Και να προσθέσουμε εδώ ότι το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, που θεωρητικά πρέπει να προστατεύει τα κοινωνικά δικαιώματα, βρίσκεται στην πρώτη γραμμή της επίθεσης στο κοινωνικό κράτος.

Επέτρεψε σε εταιρείες να προσλαμβάνουν εργάτες σε μια χώρα με χαμηλούς μισθούς και προστασία και να τους πηγαίνουν σε άλλες χώρες υπονομεύοντας και εκεί τα εργασιακά δικαιώματα.

Αλλά για πρόσφυγες και μετανάστες η Ευρώπη είναι «φρούριο».

Στον παγκοσμιοποιημένο καπιταλισμό, ενώ το κεφάλαιο κυκλοφορεί ελεύθερα, μπαίνουν συνεχώς περιορισμοί στην κίνηση των ανθρώπων.

Η λογική της ξενοφοβίας είναι πολιτική, όχι οικονομική. Οικονομικά, οι «παράτυποι» μετανάστες είναι χρήσιμοι δημογραφικά και κρατάνε τους μισθούς χαμηλά.

Ετσι, σύλλογοι βιομηχάνων τούς έχουν υποστηρίξει, ο Θαπατέρο έδωσε αμνηστία σε 700.000 οικονομικούς μετανάστες το 2004, ο Μπλερ επέτρεψε στους Ανατολικο-Ευρωπαίους να έρθουν στη Βρετανία χωρίς περιορισμούς και βέβαια η Μέρκελ προσκάλεσε τους πρόσφυγες.

Για να μετατραπεί η δικαιολογημένη ανησυχία των εργαζόμενων για δουλειά και αξιοπρεπή ζωή σε ρατσισμό χρειάζεται πολιτική παρέμβαση.

Αυτό κάνουν οι δεξιοί προπαγανδιστές του Brexit αλλά και οι δικοί μας στη συζήτηση για τους πρόσφυγες.

Η ξενοφοβία είναι το τελευταίο αποκούμπι της Δεξιάς, που κατέστρεψε με τις πολιτικές της αυτούς που υποστηρίζει, υποτίθεται, με τη ρητορική της.

Brexit, Ευρώπη, Ελλάδα


Τι θα σημάνει ένα Brexit για την Ευρώπη και την Ελλάδα; Ο Γιούνκερ, ο Σόιμπλε και ο Σουλτς θα ζητήσουν ταχύτερη κίνηση προς την οικονομική ολοκλήρωση και την πολιτική ένωση.

Θα είναι απελπισμένη και καταδικασμένη προσπάθεια διακοπής μιας μακρόχρονης ιστορικής κίνησης.

Κανένας δεν μπορούσε να προβλέψει στην αρχή του 1989 ότι λίγους μήνες αργότερα θα έπεφτε το Τείχος του Βερολίνου και θα κατέρρεε ο κομμουνισμός ή τον Αύγουστο του 2008 ότι τον επόμενο μήνα θα έσκαγε η χρηματοπιστωτική φούσκα.

Σταδιακά, η πολιτική οργάνωση του μεταφορντικού καπιταλισμού αρχίζει να συντονίζεται με τη λογική των οριζόντιων κοινωνικών δικτυώσεων.

Οργανισμοί απομακρυσμένοι από τον τοπικό χώρο, με υπερτροφικά και συγκεντρωτικά διευθυντήρια -όπως η Ε.Ε. και η Κίνα- είναι απομεινάρια ενός ξεπερασμένου τρόπου κοινωνικής αναπαραγωγής.



Ανεξάρτητα από το αποτέλεσμα, οι ευρωσκεπτικιστές θα θεωρήσουν ότι ήρθε η στιγμή τους.

Πιθανόν να έχουμε δημοψηφίσματα εξόδου σε παραδοσιακές ευρωσκεπτικιστικές χώρες όπως η Δανία και η Ολλανδία.

Ταυτόχρονα θα υπάρξει άνοδος της Ακροδεξιάς στη Γαλλία, την Ιταλία και την Αυστρία, ενώ πολλά κράτη θα χρησιμοποιήσουν το προηγούμενο του Κάμερον για να διαπραγματευτούν εξαιρέσεις από δεσμεύσεις τους.

Ετσι, η διαδικασία θεσμικού ξηλώματος και πολιτικής παρακμής της Ε.Ε., που άρχισε με την οικονομική κρίση, επιταχύνθηκε με τους αντιδημοκρατικούς εκβιασμούς προς την Ελλάδα και γιγαντώθηκε με τις προσφυγικές ροές, θα κορυφωθεί.

Προτεραιότητα της Ε.Ε. θα είναι η αποτροπή συνολικής κατάρρευσης και οι διαπραγματεύσεις με τη Βρετανία.

Είναι λογικό να υποθέσουμε ότι το ευρωπαϊκό διευθυντήριο δεν θα θέλει νέα δράματα με την Ελλάδα, που θα επιδεινώνουν ένα ήδη δηλητηριασμένο κλίμα.

Στο κάδρο της γενικής αποσύνθεσης, η διαπραγματευτική θέση της «μικρής» Ελλάδας θα αναβαθμιστεί.

Χωρίς πρωτοβουλίες που να ανατρέπουν τις τρέχουσες πολιτικές, θα προχωρήσουμε σε πρώτη φάση, υποθέτω, σε μια Ε.Ε. τριών ταχυτήτων, με έναν σκληρό πυρήνα γύρω από τη Γερμανία, τα μετακομμουνιστικά κράτη (Βαλκάνιοι, Βαλτικοί και Βίζεγκραντ) δορυφόρους του κέντρου και τη Μεσόγειο σε τροχιά σχετικής ανεξαρτησίας.

Μετά άγνωστο. Βρισκόμαστε πιθανόν στην αρχή ενός νέου 1989.

Αριστερά και Ευρώπη


Πρέπει να αντισταθούμε λοιπόν στο δίλημμα Ναι ή Οχι στην Ευρώπη, λέγοντας Ναι σε μια άλλη Ευρώπη.

Πρέπει να μάθουμε από τις αποτυχίες μας για να αρχίσουμε από την αρχή.

Πρώτη αποτυχία, η έλλειψη ενός ευρωπαϊκού δήμου. Δεν δημιουργήθηκε συνείδηση ότι ανήκουμε σε έναν κοινό πολιτισμικό, πολιτικό και οικονομικό χώρο.

Δεύτερο και στενά συνδεδεμένο με το πρώτο είναι το ευφημιστικό «δημοκρατικό έλλειμμα», στην πραγματικότητα η σχεδόν πλήρης απουσία δημοκρατίας στην Ε.Ε., που ο νεοφιλελευθερισμός προσπαθεί να συνταγματοποιήσει.

Τη λέξη «δημοψήφισμα» την αποφεύγουν όπως ο διάβολος το λιβάνι στους διαδρόμους των Βρυξελλών.

Οποτε οι ευρωπαϊκοί λαοί κλήθηκαν να ψηφίσουν απέρριψαν αποφασιστικά την «ευρωπαϊκή» θέση.

Η απονομιμοποίηση του ευρωπαϊκού ηγεμονικού σχεδίου δημιουργεί μια ιστορική ευκαιρία για μια μεγάλη θεσμική διαβούλευση με έμφαση στο βάθεμα της δημοκρατίας, την αναγνώριση της πολιτισμικής διαφορετικότητας και της τοπικότητας.

Οι πανικόβλητες κυρίαρχες δυνάμεις δεν ενδιαφέρονται.

Πέφτει η ευθύνη στην ελληνική Αριστερά, με τη θεσμική νεότητα και την απαραίτητη «αυθάδειά» της, να προτείνει μια σειρά από μεγάλες θεσμικές μεταρρυθμίσεις και δημοκρατικές αλλαγές που θα μπορέσουν να εμπνεύσουν τους ευρωπαϊκούς λαούς.

Κύριο χαρακτηριστικό της πρέπει να είναι η επαναπολιτικοποίηση της πολιτικής και η άμεση συμμετοχή των πολιτών στη λήψη αποφάσεων σε τοπικό, εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.

Πρέπει να συνδυαστεί με ένα νέο ευρωπαϊκό συμβόλαιο για την εργασία και την αναγνώριση της πολιτισμικής διαφοράς.

Εάν πρωτοβουλίες της Ε.Ε. οδηγήσουν σε σημαντικές βελτιώσεις στο βιοτικό επίπεδο, τότε το ενδιαφέρον και η συμμετοχή του κόσμου θα μεγαλώσουν.

Είναι δυνατές τέτοιες πρωτοβουλίες σ’ ένα τόσο εχθρικό περιβάλλον;

Δύσκολο, μια και θα χρειαστεί νέα συντακτική συνέλευση πολιτών, κινημάτων και κομμάτων πέρα από τα υπάρχοντα.

Αλλά χωρίς ριζική αλλαγή, το μέλλον της Ευρώπης φαίνεται ζοφερό.

No comments:

Post a Comment